timber shuttering - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

timber shuttering - translation to ρωσικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Timber (song); Timber!; Timber (film)

timber shuttering      

нефтегазовая промышленность

деревянная опалубка

shuttering         
опалубка

Ορισμός

timber-frame
¦ adjective denoting a house or other structure having a wooden frame.
¦ noun pre-prepared sections of wood used for building a house.
Derivatives
timber-framed adjective
timber-framing noun

Βικιπαίδεια

Timber (disambiguation)

Timber is the term common in the United Kingdom and Australia for unprocessed wood. Lumber is common in the United States and Canada.

Timber, The Timber or Timbers may also refer to:

Μετάφραση του &#39timber shuttering&#39 σε Ρωσικά